προδιαγράφων

προδιαγράφων
πρό-διαγράφω
mark out by lines
pres part act masc nom sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • Ελλάδα - Επιστήμες — ΑΡΧΑΙΑ ΕΠΙΣΤΗΜΗ ΚΑΙ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ Η επιστήμη και η τεχνολογία καθορίζουν σήμερα, περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη στιγμή στην ιστορία, την καθημερινή ζωή. Η ίδια όμως η έννοια της επιστήμης, όπως τη χρησιμοποιούμε στις μέρες μας, οφείλει την ύπαρξή… …   Dictionary of Greek

  • νηογνώμονας — ο ναυτ. ιδιωτικός διεθνής οργανισμός που ασχολείται με τη στατιστική τών ναυπηγήσεων, τών ναυαγίων και τών αβαριών, με την έκδοση προδιαγραφών ασφάλειας τών εμπορικών πλοίων καθώς και με την έκδοση κανονισμών κατάταξής τους σε κλάσεις, ελέγχει… …   Dictionary of Greek

  • βιβλιοθηκονομία — Έτσι ονομάζεται το επάγγελμα που έχει ως αντικείμενο την οργάνωση και τη διοίκηση των βιβλιοθηκών. Ο τομέας της οργάνωσης περιλαμβάνει την ίδρυση της βιβλιοθήκης, την απόκτηση βιβλίων, την εγγραφή τους στους καταλόγους και την τοποθέτησή τους… …   Dictionary of Greek

  • δεξαμενόπλοιο — Σκάφος που χρησιμοποιείται για τη μεταφορά υγρών φορτίων, όπως αργό πετρέλαιο και πετρελαιοειδή, υγροποιημένα αέρια, διάφορα χημικά προϊόντα, τρόφιμα κ.ά. Τα σκάφη αυτά διαθέτουν ένα κατάστρωμα, ενώ οι χώροι φόρτωσής τους διαχωρίζονται με… …   Dictionary of Greek

  • προτυποποίηση — η, Ν τεχνολ. ο καθορισμός τών προδιαγραφών τις οποίες πρέπει να ικανοποιεί η παραγωγή ενός προϊόντος. [ΕΤΥΜΟΛ. < πρότυπο + ποίηση (< ποιώ*). Η λ. αποτελεί απόδοση στην ελλ. ξεν. όρου, πρβλ. αγγλ. standardisation] …   Dictionary of Greek

  • τυποποίηση — η, Ν [τυποποιώ] 1. η διεργασία καταρτισμού και εφαρμογής προτύπων 2. η διαμόρφωση σύμφωνα με ορισμένο και αναλλοίωτο τύπο 3. (οικον.) α) ο προσδιορισμός ενιαίων και σταθερών τύπων σε ένα ή περισσότερα προϊόντα σύμφωνα με ορισμένες προδιαγραφές β) …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”